ΑΙΣΧΟΣ

ΔΕΝ αφήνουν το Δημοτικό Σχολείο Δικαίων με πέντε Δασκάλους.
ΔΕΝ αφήνουν το Βορειότερο Σχολείο της χώρας με πέντε μεταλαμπαδευτές της γνώσης, επειδή σε μία τάξη υπάρχουν τρεις μαθητές.
Το σχολείο έγινε και πάλι εξαθέσιο.

Έκλεισε όμως της Πλάτης.
Τα συμπεράσματα δικά σας.

κατι νέο έρχεται σύντομα...

κάθε είδηση για μας, δεν είναι απλά μία ανάρτηση

thrakinea και tomadakis.blogspot.com
Follow thrakinea on Twitter

Σάββατο 5 Ιουνίου 2010

το μπαλκονι

Έβλεπε όλη την παραλία. Σα να του άνηκε. Από το μπαλκόνι του είχε τη θέα που ονειρευόταν μια ζωή. Θέα μέχρι το άγνωστο του παρελθόντος που τώρα καθημερινά εξερευνούν τα πλοία της γραμμής. Κι αυτό το καλοκαίρι θα το περνούσε στο μπαλκόνι. «Τα δρομολόγια των πλοίων θα είναι πιο συχνά σκέφτηκε», αν και κατά βάθος ήξερε ότι και φέτος λιγότεροι θα πάνε διακοπές.
Η αγαπημένη του πόλη ήταν η Καβάλα, αλλά τα τελευταία χρόνια λόγω δουλειάς την είχε εγκαταλείψει για τη Θεσσαλονίκη. Εργαζόταν σε ‘να ταξιδιωτικό γραφείο. Δώδεκα ώρες τη μέρα δούλευε αλλά δεν τον πείραζε. Ελεύθερος ήταν και τους τελευταίους μήνες κατάφερε να βρει ένα μικρό δωμάτιο επί της λεωφόρου Νίκης. Είχε αυτό που ήθελε. Θέα στη θάλασσα το πρωί που ξυπνούσε, θέα στη θάλασσα το βράδυ που επέστρεφε από το γραφείο του, αγκαλιές και αγάπες όποτε αυτός το επέλεγε. Εννιά το πρωί έπιανε δουλειά, λίγο μετά τις εννιάμισι το βράδυ ήταν στο μπαλκόνι του. Ρουτίνα για κάποιους, ευτυχία για τον ίδιο.
Με τη δουλειά τα πήγαινε αρκετά καλά. Αν και δεν του είχαν αναγνωρίσει το πτυχίο τουριστικών επαγγελμάτων που απέκτησε με κόπο, ύστερα από τέσσερα χρόνια σπουδών στο ΤΕΙ Πειραιά, αν και δε του είχαν αναγνωρίσει ποτέ υπερωρίες ο ίδιος δεν είχε παράπονο. Ήταν καλός στη δουλειά του και αυτό τον εξασφάλιζε. Χρόνια αργότερα κατάλαβε ότι έκανε λάθος ότι η εξασφάλισή του ήταν απλά μία ψεύτικη πεποίθηση αλλά ήταν αργά.
Τα ξυπνητήρι κτύπησε. Μισή ώρα νωρίτερα από το συνηθισμένο. Ήταν Δευτέρα. Έφτιαξε τον καφέ του, για πρώτη φορά κατάφερε να φτιάξει πριν από τις οκτώ φραπέ και να τον πει όλο. Δεν κάπνιζε και αυτό ήταν πραγματικό πλεονέκτημα. Ήπιε τον καφέ του στην κουζίνα, όρθιος. Το μάτι του πάντα ήταν στο λιμάνι. Όχι στην παραλία, αλλά στο λιμάνι. Ντύθηκε και ξεκίνησε για τη δουλειά. Παράξενο. Τόσο χρόνια τουριστικός πράκτορας και ένα ταξίδι δεν πήγε. Τουριστικό ταξίδι, γιατί από το μπαλκόνι του ταξίδευε καθημερινά. Ίσως να μην έκανε σκέψεις για ταξίδι, αν δεν είχε ξυπνήσει νωρίτερα.
Πλησίαζε σε ηλικία γάμου μα δεν ήταν ελεύθερος. Ήταν παντρεμένος με τη δουλειά του. Η προαγωγή που περίμενε δεν έφτανε όμως, παρά το γεγονός ότι είχε διοργανώσει τις περισσότερες εκδρομές κι ας έκλεινε τελευταίος το γραφείο. Ήταν όμως καλός στη δουλειά του και ήξερε ότι το ευχαριστώ από το μεγάλο αφεντικό δε θα αργούσε.
Από τη μια φοβόνταν και την προαγωγή. Είχε φύγει μια φορά από την αγαπημένη του πόλη, δεν ήθελε να φύγει και δεύτερη. Δεν ήθελε να αφήσει το μπαλκόνι του για τα κεντρικά του ταξιδιωτικού γραφείου στην Αθήνα. Ήθελε κάθε πρωί που ξυπνάει να βλέπει θάλασσα, το βράδυ που επιστρέφει να βλέπει τα φώτα από τα πλοία να βλέπει το ταξίδι που ποτέ δεν έκανε.
Ένα απόγευμα, λίγο πριν δημιουργήσει ακόμα μία εκδρομή μπήκε στο γραφείο του η προϊσταμένη. Του είπε αμέσως τη ήθελε. Για λίγο του είπε πρέπει να δουλέψει στην Αθήνα. «Εγώ παίρνω σύνταξη σε ένα χρόνο και θα αναλάβεις το γραφείο. Πρέπει να σε γνωρίσει ο διευθύνων σύμβουλος, να σε δει για λίγους μήνες. Μην ανησυχείς. Για λίγο θα είναι θα επιστρέψεις».
Δεν αρνήθηκε. Αφού θα ήταν για λίγο θα πήγαινε. Θα πήγαινε και σύντομα θα επέστρεφε στο αγαπημένο του μπαλκόνι. Θα επέστρεφε με το Ευχαριστώ που περίμενε να ακούσει τόσα χρόνια.
Δύο βδομάδες μετά ετοίμασε τις βαλίτσες του. Δεν έφυγε για Αθήνα. Επέστρεψε στην Καβάλα. Το Ευχαριστώ που περίμενε κανείς δε του το είπε. Άγνωστο γιατί στην Αθήνα δε δούλεψε ούτε για μία μέρα. Ούτε για ένα λεπτό. Αντί για προαγωγή είδε έναν άλλο συνάδελφό του να αλλάζει πόλη. Ο ίδιος επέστρεψε στην αγαπημένη του Καβάλα. Άφησε πίσω του το λατρευτό του μπαλκόνι… Ήταν καλός στη δουλειά του και γι’ αυτό δεν ανησύχησε. Θα έβρισκε δουλειά. Σπίτι με θέα στη θάλασσα δεν ήξερε αν θα αποκτούσε.