ΑΙΣΧΟΣ

ΔΕΝ αφήνουν το Δημοτικό Σχολείο Δικαίων με πέντε Δασκάλους.
ΔΕΝ αφήνουν το Βορειότερο Σχολείο της χώρας με πέντε μεταλαμπαδευτές της γνώσης, επειδή σε μία τάξη υπάρχουν τρεις μαθητές.
Το σχολείο έγινε και πάλι εξαθέσιο.

Έκλεισε όμως της Πλάτης.
Τα συμπεράσματα δικά σας.

κατι νέο έρχεται σύντομα...

κάθε είδηση για μας, δεν είναι απλά μία ανάρτηση

thrakinea και tomadakis.blogspot.com
Follow thrakinea on Twitter

Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010

αγουρα χρονια

Νουβέλα του Παναγιώτη Κουσίδη Μέρος 13ο

Μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου η χώρα μπήκε σε μια φάση σταδιακής ανοικοδόμησης. Η πέτρα ήταν περιζήτητη, τόσο για τις νέες οικοδομές, όσο και για τα δημόσια έργα και τις κατασκευές. Το λατομείο της Χιλής είχε πολλές παραγγελίες και δούλευε στο φόρτε του ακατάπαυστα. Χρειάζονταν όμως και ειδικούς τεχνίτες. Η επιχείρηση των λατομείων έφερε έναν ειδικό μηχανικό για τα μηχανήματα των κομπρεσέρ και του σπαστήρα. Ο κ. Παναγιώτης ήταν επίσης ειδικός στα φουρνέλα και στις ανατινάξεις. Ζήτησε να νοικιάσει ένα δωμάτιο στη Χιλή και κάποιοι από το καφενείο τον έφεραν στο σπίτι μας, γιατί αφενός είχαμε ένα διαθέσιμο δωμάτιο και αφετέρου γιατί το σπίτι μας βρίσκονταν δίπλα στο δρόμο για το λατομείο και σε απόσταση 15 λεπτών ποδαρόδρομο από το νταμάρι. ΄Ετσι λοιπόν ο κ. Παναγιώτης, από την Καισαριανή των Αθηνών, μπήκε στο σπίτι μας ως σύνοικος και ενοικιαστής. Σε λίγες μέρες, όταν διαπίστωσε ότι στη Χιλή δεν υπήρχαν τότε εστιατόρια και ταβέρνες ούτε ντελίβερι, ζήτησε να γίνει οικότροφος και σιτίζονταν μαζί μας. ΄Αλλωστε, η μητέρα ήταν καλή μαγείρισσα και έκανε νόστιμα φαγητά για όλους μας. Βέβαια ο κ. Παναγιώτης δεν ήταν κάποιος τυχοδιώκτης ούτε κανένα ρεμάλι. ΄Ηταν ένας οικογενειάρχης με γυναίκα και δύο παιδιά στην Καισαριανή και ήρθε στη Χιλή για λίγα χρόνια, ώστε να εξοικονομήσει κάποια χρήματα και να βοηθήσει τα παιδιά του στις σπουδές τους. ΄Ηταν ένας σοβαρός και συμπαθητικός κύριος που είχε και αυτός τις υποχρεώσεις και τις ανάγκες του.
Η μητέρα ήταν μια νέα, όμορφη και χυμώδης χήρα με τις δικές της σκοτούρες και ανάγκες. Εκείνη την εποχή είχε γίνει στόχος πολλών ανδρών, παρόλο που ήταν μια εποχή αυστηρών κοινωνικών ηθών και σεξουαλικής πενίας. Από τότε που χήρεψε η μάνα μου πολλοί μνηστήρες την πολιορκούσαν και την

διεκδικούσαν. Είχε μάλιστα και μερικές σοβαρές προτάσεις για γάμο αλλά τις απέκρουε, γιατί γνώριζε πως ένας δεύτερος γάμος θα είχε περισσότερες παρενέργειες και συνέπειες για τα τρία ανήλικα παιδιά της. Σαν νέα γυναίκα είχε δικαίωμα στην προσωπική της ζωή. ΄Ετσι κι αλλιώς την σχολίαζαν και την κουτσομπόλευαν πίσω από την πλάτη της. ΄Αλλωστε, αυτό συνέβαινε για όλες τις χήρες. Εμείς τα παιδιά της πιστεύαμε τότε ότι μια γυναίκα-μητέρα ανήκει αποκλειστικά στην οικογένειά της και είναι υπεράνω ανθρώπινων αδυναμιών και αναγκών. Είχαμε την ψευδαίσθηση της ιερότητας της μητέρας-αγίας. Γι αυτό και δυσαρεστηθήκαμε όταν η μητέρα έβγαλε τα μαύρα. Είχαμε την απατηλή εντύπωση ότι οι χήρες γυναίκες δεν ξαναπαντρεύονται και μαυροφοράνε ισοβίως. Το χειρότερο για μας θα ήταν να παντρευτεί κάποιον ξένο άνδρα, που δεν θα μας αγαπούσε αλλά θα μας κακομεταχειρίζονταν. Αλλά ακόμη χειρότερο για μας θα ήταν να μας κλείσει σε κάποιο ορφανοτροφείο και να σταματήσει να νοιάζεται για μας. Δεν ήταν ευτυχώς μια αδιάφορη και άστοργη μητέρα, αλλά κράτησε την οικογένειά μας ενωμένη και τα παιδιά κοντά της.
Το μικρό αδερφάκι μας δεν καταλάβαινε ακόμα. Αλλά ο μεγαλύτερος αδελφός μου κι εγώ καταλαβαίναμε καλά τί συνέβαινε μεταξύ της μητέρας και του νοικιάρη μας. Πολλά βράδια ακούγαμε από το δωμάτιο του κ. Παναγιώτη ερωτικούς ψιθύρους και αναστεναγμούς. Κάποιο βράδυ, που ξεχάσανε μισάνοιχτη την πόρτα, τους είδαμε σε εναγκαλισμούς και περιπτύξεις. Δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε στα μάτια μας και στα αυτιά μας. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι η δική μας μητέρα θα παραδίδονταν σε ξένον άνδρα. Ο αδελφός μου ήταν κάθετος και αρνητικός και ένιωθε ταπεινωμένος και προδομένος. Εγώ μπορεί να ένιωθα ενοχές για την ερωτική ζωή της μητέρας, αλλά φρόντιζα να μην το εξωτερικεύω. Παρίστανα πως δεν γνώριζα τίποτα, ώστε με την εθελουσία προσποίηση και αυταπάτη να έχω το άλλοθι της άγνοιας, για να μην πονάω και υποφέρω, όπως ο αδερφός μου ο Τάσος. Ευτυχώς που αυτή η βασανιστική ιστορία πήρε τέλος τον τρίτο χρόνο, αφού ο κ. Παναγιώτης έφυγε από τη Χιλή και επέστρεψε στην οικογένειά του, στην Αθήνα.-
σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι ...